Μπρίτζιντ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈbɾi.d͡zid/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπρί‐τζιντ
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Μπρίτζιντ θηλυκό, άκλιτο