Παυλέα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Παυλέα < γενική ενικού του αρσενικού Παυλέας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Παυλέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Παυλέα αρσενικό