Σαββάτου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σαββάτου < γενική ενικού του αρσενικού Σαββάτος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σαββάτου θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]

Σαββάτου

  1. (ουδέτερο) γενική ενικού του Σάββατο, Σαββάτο (όνομα ημέρας)
  2. (αρσενικό) γενική ενικού του Σαββάτος (επώνυμο)