Σαββάτου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σαββάτου < γενική ενικού του αρσενικού Σαββάτος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σαββάτου θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

[επεξεργασία]

Σαββάτου

  1. (ουδέτερο) γενική ενικού του Σάββατο, Σαββάτο (όνομα ημέρας)
  2. (αρσενικό) γενική ενικού του Σαββάτος (επώνυμο)