Σακελλαροπούλου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σακελλαροπούλου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Σακελλαρόπουλος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sa.ce.la.ɾoˈpu.lu/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σα‐κελ‐λα‐ρό‐που‐λος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σακελλαροπούλου θηλυκό άκλιτο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταγραφές[επεξεργασία]