Σακελλαρόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σακελλαρόπουλος | οι | Σακελλαρόπουλοι & Σακελλαροπουλαίοι1 |
γενική | του | Σακελλαρόπουλου & Σακελλαροπούλου |
των | Σακελλαρόπουλων2 & Σακελλαροπουλαίων |
αιτιατική | τον | Σακελλαρόπουλο | τους | Σακελλαρόπουλους3 & Σακελλαροπουλαίους |
κλητική | Σακελλαρόπουλε | Σακελλαρόπουλοι & Σακελλαροπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Σακελλαροπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Σακελλαροπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σακελλαρόπουλος < σακελλάρ(ιος) / Σακελλάρ(ιος) + -όπουλος[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sa.ce.laˈɾo.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σα‐κελ‐λα‐ρό‐που‐λος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σακελλαρόπουλος αρσενικό (θηλυκό Σακελλαροπούλου)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.