Τυρρηνός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Τυρρηνός < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Τυρρηνός αρσενικό

  1. (εθνικό όνομα) συνώνυμο του Ἐτροῦσκος, Ετρούσκος
  2. ανδρικό όνομα

Αναφορές[επεξεργασία]