ακούω τα σχολιανά μου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
ακούω τα σχολιανά μου
- (προφορικό) με μαλώνουν (έντονα) για παραλείψεις ή λάθη μου, δέχομαι επιπλήξεις
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ακούω τα σχολιανά μου
|