Μετάβαση στο περιεχόμενο

αμπραγιάζ

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αμπραγιάζ < (λόγιο δάνειο) γαλλική embrayage[1], διεθνής όρος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αμπραγιάζ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]