αναγνωρίσεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

αναγνωρίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναγνωρίζω
  2. θα αναγνωρίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναγνωρίζω

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

αναγνωρίσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αναγνώριση