ιμπάλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ιμπάλα < (άμεσο δάνειο) αγγλική impala
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /imˈpa.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐μπά‐λα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ιμπάλα ουδέτερο άκλιτο
- (θηλαστικό ζώο) είδος αντιλόπης που ζει στη νοτιοανατολική Αφρική
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- ιμπάλα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Θηλαστικά (νέα ελληνικά)
- Ζώα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)