καρτακάζα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καρτακάζα < (άμεσο δάνειο) βενετική gratacasa

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καρτακάζα θηλυκό