καφαλτί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καφαλτί < (άμεσο δάνειο) τουρκική kahvaltı

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

καφαλτί ουδέτερο

  1. (κρητικά) πρόγευμα, κολατσιό
  2. (κρητικά) απογευματινό φαγητό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014