λιγούλι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λιγούλι < λίγος + υποκοριστικό επίθημα -ούλι

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /liˈɣu.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λι‐γού‐λι

Επίρρημα

[επεξεργασία]

λιγούλι

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 17.