λυπεί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /liˈpi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λει‐πεί
- τονικά παρώνυμα: λύπη, λίπη, λείπει
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
- γ' πρόσωπο ενικού ενεστώτα του ρήματος λυπώ