μανάτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /maˈnat/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μα‐νάτ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μανάτ ουδέτερο άκλιτο
- ονομασία του νομίσματος του Αζερμπαϊτζάν και του Τουρκμενιστάν
- ※ Τη δυνατότητα συναλλαγών και με δολάρια, εκτός του εθνικού τους νομίσματος, του μανάτ, έχουν από χθες οι Τουρκμένιοι, μετά την κατάργηση απαγορευτικής διάταξης που είχε θεσπίσει ο αποθανών πρόεδρος Σαπαρμπουράτ Νιγιάζοφ.
- Εν συντομία, Η Καθημερινή, 10 Ιανουαρίου 2008
- ※ Αναμφίβολα η ραγδαία πτώση που σημείωσαν οι τιμές του πετρελαίου τον τελευταίο σχεδόν ένα χρόνο έχουν θέσει σε δοκιμασία την οικονομία του Αζερμπαϊτζάν, έχουν ανακόψει τους άλλοτε θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ στα τέλη Φεβρουαρίου ανάγκασαν την κυβέρνηση να υποτιμήσει το εθνικό νόμισμα της χώρας, το μανάτ, κατά περίπου 30% έναντι του δολαρίου και του ευρώ.
- Ρουμπίνα Σπάθη, «Μήλον της Εριδος» 6 χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, Η Καθημερινή, 30 Μαΐου 2015
- ※ Τη δυνατότητα συναλλαγών και με δολάρια, εκτός του εθνικού τους νομίσματος, του μανάτ, έχουν από χθες οι Τουρκμένιοι, μετά την κατάργηση απαγορευτικής διάταξης που είχε θεσπίσει ο αποθανών πρόεδρος Σαπαρμπουράτ Νιγιάζοφ.
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μανάτ
Πηγές[επεξεργασία]
- μανάτ - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα αζεριανά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκμενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ρωσικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Νομίσματα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)