κορεατικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | κορεατικά | ||
γενική | των | κορεατικών | ||
αιτιατική | τα | κορεατικά | ||
κλητική | κορεατικά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κορεατικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου κορεατικός στον πληθυντικό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κορεατικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
[επεξεργασία]
κορεατικό αλφάβητο[επεξεργασία]
σύμφωνο[επεξεργασία]
απλό σύμφωνο | ㄱ | ㄴ | ㄷ | ㄹ | ㅁ | ㅂ | ㅅ | ㅇ | ㅈ | ㅊ | ㅋ | ㅌ | ㅍ | ㅎ |
όνομα | 기역 | 니은 | 디귿 | 리을 | 미음 | 비읍 | 시옷 | 이응 | 지읒 | 치읓 | 키읔 | 티읕 | 피읖 | 히읗 |
διπλάσιο σύμφωνο | ㄲ | ㄸ | ㅃ | ㅆ | ㅉ |
όνομα | 쌍기역 | 쌍디귿 | 쌍비읍 | 쌍시옷 | 쌍지읒 |
φωνήεν[επεξεργασία]
απλό φωνήεν | ㅏ | ㅑ | ㅓ | ㅕ | ㅗ | ㅛ | ㅜ | ㅠ | ㅡ | ㅣ |
όνομα | 아 | 야 | 어 | 여 | 오 | 요 | 우 | 유 | 으 | 이 |
διπλάσιο φωνήεν | ㅐ | ㅒ | ㅔ | ㅖ | ㅘ | ㅙ | ㅚ | ㅝ | ㅞ | ㅟ | ㅢ |
όνομα | 애 | 얘 | 에 | 예 | 와 | 왜 | 외 | 워 | 웨 | 위 | 의 |
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
κορεατικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κορεατικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
κορεατικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κορεατικό
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βουνό' στον πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά στον πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Γλώσσες (νέα ελληνικά)
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι επιθέτων (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)