μεμοράντουμ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεμοράντουμ < γαλλική mémorandum[1] ή αγγλική memorandum[1] < λατινική memorandum, ουδέτερο του memorandus, γερουνδιακό του ρήματος memoro < memor < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *(s)mer- (σκέφτομαι, θυμάμαι)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεμοράντουμ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. 1,0 1,1 μεμοράντουμΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)