μετεκλογικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μετεκλογικά < μετεκλογικός +

Επίρρημα[επεξεργασία]

μετεκλογικά

  • κατά την περίοδο μετά τις εκλογές
    το επίμαχο νομοσχέδιο θα ψηφιστεί μετεκλογικά

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

μετεκλογικά