μονοιασμένα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μονοιασμένα < μονοιασμένος +

Επίρρημα

[επεξεργασία]

μονοιασμένα

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος μετοχής

[επεξεργασία]

μονοιασμένα