μπουζάκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μπουζάκι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /buˈza.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπου‐ζά‐κι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μπουζάκι ουδέτερο [1]
- (ιδιωματικό, Κύθηρα) το γουρουνόπουλο
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπουζάκι
→ δείτε τη λέξη γουρουνόπουλο |
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 16.