νοδάρου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Νοδάρου

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /noˈða.ɾu/
τυπογραφικός συλλαβισμός: nο‐δά‐ρου

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

νοδάρου αρσενικό