οκτωβριανά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- οκτωβριανά < οκτωβριαν(ός) + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]οκτωβριανά
- κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] οκτωβριανά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]οκτωβριανά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του οκτωβριανός