πρώτος τυχών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πρώτος τυχών < → δείτε τις λέξεις πρώτος και τυχών

Έκφραση[επεξεργασία]

πρώτος τυχών

  1. που δεν τον γνωρίζουμε καθόλου, τελείως άγνωστος
  2. ευτελής, ασήμαντος