τελετουργικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]τελετουργικά
- με τελετουργικό τρόπο
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]τελετουργικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του τελετουργικό