τουλουπποδκιαρτίζω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τουλουπποδκιαρτίζω < τουλούππ(α) + -ο- + ζυμοδκιαρτίζω
Ρήμα[επεξεργασία]
τουλουπποδκιαρτίζω
τουλουπποδκιαρτίζω