του χρόνου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- του χρόνου → δείτε τη λέξη χρόνος
Επίρρημα
[επεξεργασία]του χρόνου (χρονικό επίρρημα)
- την επόμενη χρονιά
- ⮡ Του χρόνου θα πάμε διακοπές στους φίλους μας στην Κρήτη.
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- και του χρόνου: ευχή που δίνεται συνήθως στο τέλος μιας γιορτής
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]αντιπροπέρυσι, αντιπροπέρσι, αντιπρόπερσι, παραπρόπερσι | προπέρυσι, προπέρσι, πρόπερσι | πέρυσι, πέρσι | φέτος, εφέτος | του χρόνου | αντίχρονου, αντιχρόνου, παραχρόνου, παράχρονου | σε τρία χρόνια |
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] του χρόνου