φος νοτ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φος νοτ < απροσάρμοστο (λόγιο δάνειο) γαλλική fausse note < fausse (λανθασμένη), note (νότα), πληθυντικός: fausses notes με ίδια προφορά

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

φος νοτ άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]