ψαῦσαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Απαρέμφατο[επεξεργασία]
ψαῦσαι
- απαρέμφατο ενεργητικού αορίστου (ἔψαυσα) του ψαύω
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
ψαῦσαι
Δείτε επίσης : ψαύσαι |
ψαῦσαι
ψαῦσαι