Կոշկակարյան
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρμενικά (hy)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Կոշկակարյան < επάγγελμα կոշկակար (koškakar, υποδηματοποιός, τσαγκάρης) [< կոշիկ (παπούτσι, košik)] + -յան (-yan)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kɔʃkɑkɑɾˈjɑn/
- ΔΦΑ : /ɡɔʃkɑɡɑɾˈjɑn/ (δυτική αρμενική)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Կոշկակարյան (hy) (Koškakaryan) αρσενικό ή θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- Կօշկակարեան (Kōškakarean) (ιστορική ορθογραφία)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Կոշկարյան (Koškaryan)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Απόγονοι[επεξεργασία]
Կոշկակարյան (αρμενικά)
- ↷ αγγλικά: Koshkakaryan, Koshkakarian, Goshkagarian
- ↷ ρωσικά: Кошкакарян (Koškakarján)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
- ελληνικοί χαρακτήρες: Κοσκακαριάν, Γκοσκαγκαριάν
- γεωργιανοί χαρακτήρες: კოშკაკარიანი (ḳošḳaḳariani)
Πηγές[επεξεργασία]
- (σ. 186β) Կոշկակարյան - Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν) (²2010), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (στα αρμενικά), επιμέλεια: Վ.Մ. Գրիգորյան (Β.Μ. Γκριγκοριάν) & Լ.Ռ. Ուռուտյան (Λ.Ρ. Ουρουτιάν). Γιερεβάν, ISBN 978-9939-53-724-5.