حمام
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αραβικά (ar)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]حمام (ar) αρσενικό (πληθυντικός حَمَّامَات: ḥammāmāt)
حمام (ar) αρσενικό (πληθυντικός حَمَّامَات: ḥammāmāt)