*ἐξαφρίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

αμάρτυρος τύπος
αμάρτυρος τύπος
αμάρτυρος υποθετικός τύπος, λέξη που δεν σώζεται σε κείμενα
αλλά σε σύνθετες λέξεις ή σε γραμματικούς τύπους ή σε σχόλια γραμματικών
- μπροστά από τη λέξη σημειώνεται ένας αστερίσκος -
 

Ετυμολογία [επεξεργασία]

*ἐξαφρίζω (ελληνιστική κοινή): αμάρτυρος ενεργητικός τύπος < αρχαία ελληνική μέση φωνή ἐξαφρίζομαι
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: νέα ελληνικά: ἐξαφρίζω νέα ελληνικά: ξαφρίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

*ἐξαφρίζω

Παράγωγα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]