Backofen
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Backofen (de) αρσενικό
- ο φούρνος
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Backofen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Backofen αρσενικό ή θηλυκό