Blut
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Blut (de) ουδέτερο (des Blut(e)s, die Blute)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Σύνθετα
[επεξεργασία]
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Blut αρσενικό ή θηλυκό