Kiwi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: kiwi

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό 1[επεξεργασία]

Kiwi (de) θηλυκό

  1. (φρούτο) ακτινίδιο

Ουσιαστικό 2[επεξεργασία]

Kiwi (de) αρσενικό

  1. (πτηνό) απτέρυξ