Kork
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Kork (de) αρσενικό (πληθυντικός: die Korke)
Kork (de) αρσενικό (πληθυντικός: die Korke)