Μετάβαση στο περιεχόμενο

Kreuz

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Kreuz (de) ουδέτερο

  1. ο σταυρός
  2. (χριστιανισμός) ο σταυρός



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Kreuz < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Kreuz αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Kreuz < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Kreuz αρσενικό ή θηλυκό

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023