Lundh
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Lundh < lund (δασάκι) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Lundh (sv) αρσενικό ή θηλυκό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]
Νορβηγικά (no)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Lundh < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Lundh αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Statistisk sentralbyrå / Statistics Norway, 12891: Last names used by 200 persons or more, by last name, contents and year, ανακτήθηκε 6/9/2023 [2]