Schirm
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Schirm (de) αρσενικό
- η ομπρέλα
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Schirm < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Schirm αρσενικό ή θηλυκό