Strumpf
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Strumpf (de) αρσενικό
- η κάλτσα
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Strumpf < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Strumpf αρσενικό ή θηλυκό