Weaving

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Weaving < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Weaving αρσενικό ή θηλυκό

  • English surnames, UK's General Register Office 1849, originally sourced from surnamestudies.org.uk and attributed to Peter Christian, ανακτήθηκε στις 3/9/2023 [1]