Witwer

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Witwer (de) αρσενικό (θηλυκό Witwe)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Witwer < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Witwer αρσενικό ή θηλυκό

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]