abaisse-langue
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.bɛs⋅lɑ̃ːɡ/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
abaisse-langue | abaisse-langue και abaisse-langues |
abaisse-langue (fr) αρσενικό
- (ιατρική) το γλωσσοπίεστρο