affirm
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
affirm (en)
- επιβεβαιώνω, επικυρώνω, δηλώνω υπεύθυνα
- ενθαρρύνω, ενισχύω