al
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αφρικάανς (af) [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
al (af)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
al (eo)
Καταλανικά (ca) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Άρθρο[επεξεργασία]
al (ca)
Ολλανδικά (nl) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
al (nl)
Τουρκικά (tr) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
al (tr)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
al (tr)
- το κόκκινο
Δυτικά φριζικά (fy) [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
al (fy)