along

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

along (en)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πρόθεση[επεξεργασία]

along (en)

  • κατά μήκος
    There are many stores along the road.
    Υπάρχουν πολλά μαγαζιά κατά μήκος του δρόμου.

Εκφράσεις[επεξεργασία]