amfibia
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | amfibia | amfibiaj |
αιτιατική | amfibian | amfibiajn |
amfibia (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | amfibia | amfibiaj |
αιτιατική | amfibian | amfibiajn |
amfibia (eo)