architrave

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Στο σχέδιο τα αγγλικά ονόματα των μερών της υπερδομής ενός δωρικού ναού

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

architrave (en)



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
architrave architraves

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

architrave (fr) θηλυκό

  1. (αρχιτεκτονική) το επιστύλιο
  2. (ναυτικός όρος) δοκάρι που υποστηρίζει ορισμένα μέρη ενός πλοίου