as long as

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
as long as < → δείτε τις λέξεις as και long

Έκφραση

[επεξεργασία]

as long as (en)

  • (ιδιωματισμός) όσο, εφόσον, φτάνει μόνο να, υπό τον όρον ότι, αρκεί να
    ⮡  I will stay as long as you want me to.
    Θα μείνω όσο θέλεις.
    ⮡  We must make the most of our time as long as we can.
    Πρέπει να εκμεταλλευτούμε το χρόνο μας όσο περισσότερο μπορούμε.
    ⮡  You can go as long as you promise not to be late.
    Θα πας εφόσον υποσχεθείς να μην αργήσεις.
    ⮡  As long as it is not too late!
    Φτάνει μόνο να μην είναι πολύ αργά!
    ⮡  They can watch TV as long as they sit quietly.
    Μπορούν να δουν τηλεόραση φτάνει μόνο να καθίσουν ήσυχα.
    ⮡  You may borrow it as long as you keep it clean.
    Μπορείς να το δανεισθείς υπό τον όρο ότι θα διατηρήσεις καθαρό.
    ⮡  Let him come back whenever he wants, as long as he’s well.
    Ας γυρνάει ό,τι ώρα θέλει, αρκεί να είναι καλά.

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]