as though
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Έκφραση
[επεξεργασία]as though (en)
- (ιδιωματισμός) σαν να, με τρόπο που υποδηλώνει κάτι
as though (en)