babillard
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ba.bi.jaːʁ/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| γένος | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| αρσενικό | babillard | babillards |
| θηλυκό | babillarde | babillardes |
babillard (fr)
- ο φλύαρος